Στον περίβολο ενός σπιτιού της οδού
Αριστοφάνους, στου Ψυρρή, στήνεται ένα θέατρο. Εκεί, δύο ηθοποιοί κι ένα τάβλι
ανάμεσά τους, συνδιαλέγονται καταρχήν με θέμα το παιχνίδι τους. Εν συνεχεία,
μετά από απειράριθμες λεκτικές ανατροπές των ηρώων, το παιχνίδι αυτό
εκφυλίζεται και μετατρέπεται σχεδόν σε μάχη σώμα με σώμα. Οι δύο ήρωες, στη μεταπολεμική
Ελλάδα, υπό το καθεστώς της δικτατορίας (το έργο γράφτηκε το 1972) αποτελούν
χαρακτηριστικά δείγματα τόσο μιας διακεκριμένης για τη χώρα εποχής, όσο και
μιας κοινωνικής τάξεως που ανήκει μάλλον στο λούμπεν και σε ό, τι αυτό
συνεπάγεται ως κατηγορία του περιθωρίου. Εντός αυτής γαλουχούνται και
αναδεικνύονται οι μικροαπατεώνες, ευνοείται το στήσιμο μικροεπεισοδίων με σκοπό
ένα προσωρινό, φευγαλέο κέρδος, την ίδια στιγμή που ελλοχεύει μια κάποια
ανεπαίσθητη αλλά σκληρή απειλή όταν χρειάζεται να οδηγηθούν οι ήρωες σε αυτό
που αποκαλούμε «ξεκαθάρισμα λογαριασμών». Το
Τάβλι είναι το πρόσχημα. Εξ άλλου, στο ομώνυμο θεατρικό του έργο, ο Δημήτρης Κεχαΐδης δημιουργεί από τα
σπλάχνα της ελληνικής κοινωνίας στην ακραία της ταυτότητα, δύο οντότητες πλήρως
συνειδητοποιημένες ως προς τις πράξεις, τις δράσεις και τα συναισθήματά τους.
Είναι ο Φώντας και ο Κόλλιας. Στο μικρόκοσμο του περιθωρίου, όλα επιτρέπονται,
ακόμα και η διαχείριση ενός χρηστικού αντικειμένου ή υποκειμένου όπως είναι η
αδελφή του ενός και σύζυγος του άλλου: η Καλλιόπη είναι η αδελφή του Φώντα και
η σύζυγος του Κόλλια. Μολοταύτα, το λούμπεν έχει κι αυτό τους κανόνες και τους
νόμους του, οι οποίοι όταν παραβιάζονται οδηγούν στη σύγκρουση.
Τον Φώντα και τον Κόλλια υποδύονται
αντιστοίχως οι ηθοποιοί Σωκράτης
Πατσίκας και Κωνσταντίνος Κάππας, υπό
τη σκηνοθετική καθοδήγηση του δεύτερου. Ο θεατής βρίσκεται μπροστά σε μια
ρεαλιστική παρουσίαση του έργου του Κεχαΐδη, τόσο ρεαλιστική μάλιστα που
νομίζεις ότι παρακολουθείς μια παρτίδα τάβλι κι ένα καβγά δύο καθημερινών
ανθρώπων της γειτονιάς. Ο Σωκράτης
Πατσίκας και ο Κωνσταντίνος Κάππας αποτελούν
ένα αρμονικό ζεύγος υποκριτικής ευελιξίας και ελέγχουν ευεργετικά την ανταλλαγή
λόγου αποφεύγοντας έτσι τη ρυθμική χασμωδία. Ο κύριος Πατσίκας και ο κύριος
Κάππας αποδίδουν εν ολίγοις την αλήθεια του ρόλου τους, υπογραμμίζοντας τις
πληροφορίες αλλά και τα βιωματικά ξεσπάσματα γύρω από την εξωσκηνική τους δράση
και δραστηριότητα. Ξετυλίγουν δηλαδή το νήμα των ενασχολήσεων τους και των
προοπτικών που τους παρέχει η ευρηματικότητα του μικροαπατεώνα. Η ζωντάνια των
δύο ηθοποιών και το κέφι με το οποίο υποδύονται τους χαρακτήρες, στηρίζουν στην
ουσία το εποικοδόμημα της παραστασιακής σκηνής και δημιουργούν προοπτικές στο
κείμενο του συγγραφέα που θα μπορούσε, όπως πολλά από τα θεατρικά κείμενα της
εποχής του, ν’ αποτελέσει και αυτό κλειστό κύκλωμα και νεκρό γράμμα για τους
ηθοποιούς του αύριο. Απεναντίας, ο Σωκράτης
Πατσίκας και ο Κωνσταντίνος Κάππας ανοίγουν
δρόμο σε μια ακόμη νέα πρόταση, που έρχεται να προστεθεί στις πολλές
επιτυχημένες παραστασιακές εκδοχές του έργου.
Η παράσταση
περιοδεύει σε όλη την Ελλάδα.
πηγή
http://kritikestheatrikwnparastasewn.blogspot.gr/2013/07/blog-post.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου