THE ADVENTURES OF DOLLIE (1908)
Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Griffith στη Biograph δανείζεται έντονα δραματουργικά στοιχεία από το Rescued by the Rover, το πρωτοποριακό αριστούργημα που ο Βρετανός Cecil Milton Hepworth είχε σκηνοθετήσει το 1905, εισάγοντας τις πρώτες υπόνοιες της τεχνικής του παράλληλου μοντάζ και προχωρώντας ένα επίπεδο παραπέρα το οπτικό θέ(α)μα της καταδίωξης. Ωστόσο, στα χέρια του πρώτου μεγάλου Αμερικανού φιλμουργού, τα ίδια ακριβώς στοιχεία εξυψώνονται σε επίπεδο τραγωδίας. Δε ξεπερνάει ασφαλώς τους περιορισμούς του πρώιμου κινηματογράφου, όπως ο εγκλωβισμός σε γενικά πλάνα και μετωπικά καδραρίσματα, καθότι το ενδιαφέρον του Griffith εδώ δεν εντοπίζεται στην αναζήτηση των εγγενών δυνατοτήτων της νεόκοπης τέχνης ως οπτικού μέσου. Αντίθετα, στρέφεται προς μια δομή λογοτεχνική και μέσω αυτής, εν τέλει, καινοτομεί: το παράλληλο μοντάζ δημιουργεί ένα θεατή πανταχού παρών και παντογνώστη, στοιχείο απαραίτητο για τη γέννηση του σασπένς. Το αναγκαίο happy end προσθέτει στο τελικό αποτέλεσμα, καθότι δίνεται μέσα από ένα σαφές σχήμα κύκλου σε επίπεδο κινησιολογίας και ντεκόρ.
THOSE AWFUL HATS (1909)
Μέσα από μια ταινία-παραγγελία της Biograph προκειμένου να ευαισθητοποιηθούν οι ...σικ σινεφίλ κυρίες των αρχών του εικοστού αιώνα που με τα καπέλα τους εμπόδιζαν τους θεατές στις πίσω σειρές, ο Griffith εισάγει προβληματισμούς στιλιστικούς που μέχρι και σήμερα φαντάζουν μοντέρνοι. Το κάδρο μέσα στο κάδρο, η ταινία μέσα στην ταινία, η διαδικασία της θέασης ενός κινηματογραφικού έργου, θίγονται με χιουμοριστικό μεν, εντυπωσιακό δε τρόπο μισό αιώνα πριν τον Hitchcock. Και η εισαγωγή του από μηχανής (κυριολεκτικά) θεού, στέκει ως μία ακόμα απόδειξη των θεατρικών και λογοτεχνικών επιρροών του σκηνοθέτη που ανάγονται σε παρελθόν μακρινό.
THE SEALED ROOM (1909)
Εμπνευσμένος από ένα διήγημα του Έντγκαρ Άλαν Πόε, ο Griffith δε θα επιχειρήσει ένα πρώιμο κινηματογραφικό θρίλερ (κάτι που άλλωστε δε θα αργήσει να γίνει) αλλά θα αρπάξει την ευκαιρία για μια καταβύθιση στα σκοτεινά εδάφη του γραν γκινιόλ και του μαύρου ρομαντισμού. Μπολιάζοντας το τελικό σενάριό του με άμεσα δάνεια από τον Μπαλζάκ, το Σφραγισμένο Δωμάτιο προοικονομεί την οπερατική διάσταση του ύστερου έργου του Αμερικανού σκηνοθέτη. Δυστυχώς, οι θεατρικοί περιορισμοί της σκηνοθεσίας, που σιγά-σιγά ανακαλύπτει τα πρώτα χωρικά μυστικά για μία αφήγηση διαφανή και συνεχή (όπως, για παράδειγμα, η αρμονία διευθύνσεως ανάμεσα στην έξοδο ενός χαρακτήρα από το κάδρο και την είσοδό του σε αυτό στο αμέσως επόμενο πλάνο) είναι σαφώς πιο έντονοι εδώ, σε μια ιστορία που εξελίσσεται αποκλειστικά εντός των τεσσάρων τοίχων. Αξίζει να αναφερθεί ένα inside joke της φιλμογραφίας του Griffith: ο βασιλιάς της ιστορίας μας θα αποφασίσει να 'χτίσει' την είσοδο του δωματίου που κρύβονται οι παράνομοι εραστές, καταδικάζοντάς τους σε ισόβιο εγκλεισμό. Την ίδια ιδέα, ελαφρώς παραλλαγμένη, θα συναντήσουμε στο The Avenging Conscience (1914), άλλη μια ταινία του σκηνοθέτη βασισμένη στο έργο του Πόε. Στην πρώτη περίπτωση, ο αγαπημένος ηθοποιός του Griffith, Henry B. Walthall, είναι το θύμα, ενώ στην μεταγενέστερη ταινία κρατά πλέον το ρόλο του θύτη.
A CORNER IN WHEAT (1909)
Εν έτη 1909, ο Γκρίφιθ παραδίδει το πρώτο
αριστούργημα της καριέρας του. Το A Corner in Wheat εντυπωσιάζει τόσο σε φορμαλιστικό επίπεδο, όσο και σε επιλογή θέματος. Αφενός, η κινηματογραφική αφήγηση εδώ γίνεται πληθωρική, μοιράζεται σε περισσότερους χώρους και χαρακτήρες και υπόκειται σε συνδέσεις χρονικές (παράλληλο κι εναλλασσόμενο μοντάζ) αλλά και συμβολικές. Αυτές οι τεχνικές καινοτομίες τάσσονται στην υπηρεσία ενός θέματος πολιτικού που έναν αιώνα μετά ξαφνιάζει για το επίκαιρο και την οξύτητα της γραφής του. Οι εξωφρενικές αντιθέσεις ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς και η κερδοσκοπία των αδίστακτων καπιταλιστών δίνονται με μια σκηνοθεσία ξεκάθαρα στρατευμένη και με αφορμή την ανυπόφορη αύξηση της τιμής του ψωμιού. Ακολουθώντας το αγαπημένο του κυκλικό σχήμα, ο Γκρίφιθ ανοίγει και κλείνει το φιλμ με ένα λιτό αλλά μεστό κάδρο της καθημερινότητας του εξωθούμενου στην ανέχεια αγροτικού πληθυσμού, κάνοντας άμεση αναφορά στους πίνακες του Ζαν Φρανσουά Μιγέ. Η σύγκρουση πλουσίων και φτωχών δίνεται και σε επίπεδο στιλιστικό, με τους πρώτους να βρίσκονται σε μια διαρκή έξαψη στα όρια της υστερίας τη στιγμή που οι δεύτεροι ερμηνεύονται μέσω μιας κινησιολογίας βασανιστικά αργής. Η δομή είναι εξαιρετικά πολύπλοκη για την εποχή, καθότι δεν υπάρχει ξεκάθαρος ήρωας με τον οποίο ο θεατής καλείται να ταυτιστεί, ωστόσο ο έλεγχος του αφηρημένου υλικού από τον Griffith αγγίζει τέτοια επίπεδα ώστε η ανάγνωση του φιλμικού κειμένου να καθίσταται εξαιρετικά απλή. Δύο ερωτήσεις-απορίες συμπληρώνουν τον μύθο του A Corner in the Wheat: αφενός πώς ο Αμερικανός πρωτοπόρος της έβδομης τέχνης δεν προχώρησε ένα βήμα παραπάνω σε επίπεδο οπτικής αφήγησης (το φιλμ του παραμένει μια διαδοχή από πίνακες με καδράρισμα μετωπικό, ενώ ήδη από το 1903 ο G.A. Smith στην Αγγλία είχε εισάγει το ρακόρ πάνω στον άξονα), αφετέρου πώς ένας πιστωμένα συντηρητικός Αμερικανός έφτιαξε μία ξεκάθαρα αριστερή ταινία; Ο Άιζενσταιν σίγουρα θα ήταν περήφανος και όσοι απορρίπτουν το σινεμά του Griffith από σκοπιά ιδεολογική, καλό θα ήταν να ρίξουν μια ματιά και σε αυτό το διαμάντι, σκηνοθετημένο έξι χρόνια πριν από τη Γέννηση ενός Έθνους.
THE COUNTRY DOCTOR (1909)
Το φιλμ ξεκινά με ένα εντυπωσιακό establishing shot (ένα από τα πρώτα στο αμερικάνικο σινεμά), πλάνο πανοραμικό σχεδόν 180 μοιρών που αρχικά μας παρουσιάζει το χώρο (ένα χωριουδάκι, κάπου στην αμερικανική επαρχία) και στο τέλος συστήνει τους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες, τον γιατρό και την οικογένειά του. Στα επόμενα πλάνα, ο Γκρίφιθ "αφήνει" την κάμερά του να γράφει και παρακολουθούμε την οικογένεια σε μια εκδρομή στην εξοχή, σε πλάνα που αγγίζουν την ποίηση της ιμπρεσιονιστικής ζωγραφικής. Στη συνέχεια, ο ήρωας θα τεθεί μπροστά σε ένα δίλημμα - σήμα κατατεθέν του σινεμά του Griffith: από την μία η οικογένειά του κι από την άλλη το καθήκον, που εδώ αναλύεται σε ένα επίπεδο τόσο επαγγελματικό όσο και ανθρώπινο. Το μαύρο φινάλε που μας επιφυλάσσει, μετατρέπει το The Country Doctor σε μια εμπειρία για γερά στομάχια, δείγμα ενός σκηνοθέτη σε καταπληκτική φόρμα.
THE MENDED LUTE (1909)
Ένα πρωτότυπο γουέστερν, όπου οι καουμπόηδες απουσιάζουν, καθώς επικεντρώνεται στην καθημερινότητα μιας φυλής Ινδιάνων, με φόντο ένα "παράνομο" ζευγάρι που προσπαθεί να κλεφτεί. Η καταδίωξη με κανόε στα νερά της λίμνης είναι ένας μικρός προάγγελος παρόμοιων σεκάνς που ο Griffith θα γυρίσει στα επόμενα χρόνια με σαφώς πιο εντυπωσιακό τρόπο. Πάντως, το The Mended Lute μένει στη μνήμη χάρη στην σοκαριστικά βίαιη για την εποχή σκηνή ενός φόνου, εντός κάδρου και με όπλο ένα μαχαίρι.
EDGAR ALLEN POE (1909)
Οι ιστορικοί συνηθίζουν να αποδίδουν το ορθογραφικό σφάλμα του τίτλου στο όνομα του Πόε, στη βιασύνη της Biograph να κυκλοφορήσει την ταινία την ημέρα του εορτασμού των εκατό χρόνων από τη γέννησή του ποιητή. Το φιλμ αποτελείται από μόλις πέντε πλάνα, με καδράρισμα μετωπικό και σύνθεση εντελώς κεντραρισμένη, μοιάζοντας περισσότερο με κινηματογραφημένη θεατρική παράσταση. Παρακολουθούμε το φτωχό ποιητή που μέσα από τον πόνο βρίσκει την έμπνευση και παρά τον περίγελο που δέχεται από τους εκδότες, συνεχίζει να προσπαθεί να τους πείσει, περισσότερο για λόγους επιβίωσης παρά από ματαιοδοξία. Το εναρκτήριο κάδρο, με τον Πόε να γράφει δίπλα από την ετοιμοθάνατη γυναίκα του (το ρόλο κρατάει η σύζυγος του Griffith, Linda Arvidson) και το κοράκι να στέκει επιβλητικό πάνω από το γραφείο, είναι κλασικό δείγμα της εικονογραφίας του καταραμένου ποιητή. Στον οποίον, ως γνωστόν, ο Griffith έτρεφε ιδιαίτερη αδυναμία και σίγουρα στα μαύρα φινάλε πολλών από τα φιλμ του, θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε τη δική του επιρροή.
THE UNCHANGING SEA (1910)
Το The Unchanging Sea αποτελεί την πρώτη από τις πολλές "θαλάσσιες περιπέτειες" που ο Griffith θα σκηνοθετήσει στη Biograph, εμπνευσμένος στις περισσότερες εξ αυτών από ποιήματα του Charles Kingsley. Μελαγχολική ωδή πάνω στον έρωτα και στη σημασία της μνήμης, το φιλμ ξεχωρίζει για μια από τις πρώτες παρουσίες της Mary Pickford στο έργο τουGriffith και για το αλησμόνητο κάδρο του αποχαιρετισμού στην παραλία - δείγμα πρωτόλειας κινηματογραφικής ποίησης, σαράντα χρόνια πριν το βισκοντικό Terra Trema.
THE USURER (1910)
Η εικόνα απεγνωσμένων ανθρώπων που καταφεύγουν στην αυτοκτονία αφού οι τράπεζες ή οι τοκογλύφοι (δεν υπάρχει καμία διαφορά) τους έχουν κατασχέσει τα υπάρχοντα και τους απειλούν με έξωση, είναι ένα φαινόμενο συχνό στην εποχή μας. Κι όχι μόνο. Αυτή ήταν η πραγματικότητα κι έναν αιώνα πριν, καταγεγραμμένη από την κάμερα του Griffith σε ένα χρονικό σημείο που διένυε μια έντονα πολιτικοποιημένη και προοδευτική περίοδο στο έργο του - έχει περάσει ένας μόνο χρόνος από το A Corner in Wheat. Σε αντίθεση με εκείνο το αριστουργηματικό φιλμ όμως, εδώ δε μένουμε στη συμβολική τιμωρία του εκπροσώπου του κεφαλαίου, αλλά παραδινόμαστε πλήρως στις επιταγές ενός κατεξοχήν happy end. Σε φορμαλιστικό επίπεδο, πέρα από μία πρώιμη έρευνα πάνω στο σαν-κόντρσαν, το The Usurer αποδεικνύεται λιγότερο φιλόδοξο από προηγούμενα κι επόμενα έργα του σκηνοθέτη. Αξίζει να αναφερθεί η συμμετοχή του σπουδαίου Αμερικανού κωμικού, Mack Sennett.
HIS TRUST (1911)
Τέσσερα χρόνια πριν τη Γέννηση ενός Έθνους, ο Griffith δίνει το πρώτο του φιλμ με φόντο τον Εμφύλιο Πόλεμο (και πάντα από την πλευρά του Νότου, όπου κι άνηκε ο ίδιος ο σκηνοθέτης και οι πρόγονοί του). Κι αν σε επίπεδο σεναριακό, το His Trust εξυμνεί την αυτοθυσία του έγχρωμου υπηρέτη μιας αξιοσέβαστης οικογένειας λευκών, η προσπάθεια παραμένει ολότελα βουτηγμένη στην προκατάληψη και το ρατσισμό (με αποκορύφωμα το γελοίο μακιγιάζ των λευκών ηθοποιών που ερμηνεύουν μαύρους χαρακτήρες...). Ωστόσο, η αφήγηση εδώ γίνεται όλο και πιο θεαματική, καθώς παρακολουθούμε σκηνές μάχης με αριθμό κομπάρσων διόλου ευκαταφρόνητο, σπίτια που παραδίνονται στις φλόγες υπό το βλέμμα των γυναικόπαιδων σε κάδρα αλησμόνητα (και συγκρίσιμα μόνο με αυτά του αποχαιρετισμού των ψαράδων στο The Unchanging Sea) κι ένα παράλληλο μοντάζ σαφώς λεπτομερέστερα επεξεργασμένο από οτιδήποτε είχε να προσφέρει το σινεμά στην προ Griffith εποχή.
ENOCH ARDEN (1911)
Στην πιο φιλόδοξη ταινία της έως τότε καριέρα του, ο Griffith εμπνέεται από το ομότιτλο αφηγηματικό ποίημα του Tennyson για να παραδώσει μία παραλλαγή της ομηρικής οδύσσειας. Διόλου τυχαία είναι το πρώτο φιλμ του Αμερικανού που εκτείνεται σε δύο μπομπίνες, προσφέρει εξωτικά ντεκόρ, ενώ εδώ έχουμε και τα πρώτα δειλά ρακόρ στον άξονα (και κατά συνέπεια τα πρώτα μεσαία πλάνα στη φιλμογραφία του) που στα επόμενα χρόνια θα απελευθερώσουν ακόμα περισσότερο τις αφηγηματικές αρετές του μεγάλου αυτού σκηνοθέτη. Το πικρό φινάλε, πρωτότυπο για την εποχή, διατηρεί την ισχύ του μέχρι και σήμερα.
THE MISER'S HEART (1911)
Η πρώτη γνωριμία του Griffith με τον υπόκοσμο θα σημάνει και την πρώτη πραγματικά σπουδαία άσκηση σασπένς στην ιστορία του κινηματογράφου. Μέσα σε δεκαέξι λεπτά, χάρη στην πλέον τολμηρή έως τότε χρήση του παράλληλου μοντάζ, παρακολουθούμε τρεις διαφορετικές ιστορίες που διασταυρώνονται σε μια κλιμάκωση για γερά νεύρα. Η σκηνή με την μικρή Κάθυ να κρέμεται από το παράθυρο ενώ με διάφορα σεναριακά τρικ ο Griffith καθυστερεί την πολυπόθητη λύτρωση (σασπένς άλλωστε σημαίνει ακριβώς αυτό, η εκκρεμότητα της δράσης) σίγουρα μοίρασε ρίγη συγκίνησης στο κοινό του 1911. Αξίζει να σημειωθεί η πρώτη παρουσία κοντινών πλάνων, έστω σε άψυχα αντικείμενα, στο σινεμά του Αμερικανού που, όπως φανερώνει το συνωμοτικό βλέμμα του κακοποιού στην κάμερα (δηλαδή στο θεατή), γνωρίζει καλά να παίζει με τις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε κινηματογραφικού είδους.
THE LAST DROP OF WATER (1911)
Το The Last Drop of Water είναι ένα φιλόδοξο γουέστερν, με ξεκάθαρο μοραλιστικό μήνυμα που μεταδίδεται μέσω ουμανιστικών νύξεων. Αν και οι Ινδιάνοι κάνουν ένα δυναμικό πέρασμα, ο πραγματικός εχθρός εδώ είναι η φύση όπως εκφράζεται από την ατελείωτη έρημο. Χωρίς πολλές καινοτομίες για την εποχή, το φιλμ εντυπωσιάζει ως θέαμα και δίνει μια ξεκάθαρη εικόνα των δυνατοτήτων της νεόκοπης κινηματογραφικής τέχνης προς μια πληθωρική φαντασμαγορία.
THE LONEDALE OPERATOR (1911)
Στα πρώτα λεπτά, το φλερτ του πρωταγωνιστικού ζευγαριού σε εξωτερικούς χώρους, κάπου στην αμερικανική επαρχία, εικονογραφείται με τρόπο εντυπωσιακό, μοναδική ίσως περίπτωση στο πρώιμο έργο του Griffith όπου το θεατρικό, μετωπικό καδράρισμα έχει πλήρως ξεπεραστεί. Ακόμα και στους εσωτερικούς χώρους όπου οι γωνίες λήψεις παραμένουν απογοητευτικά κεντραρισμένες, υπάρχει μια συστηματική χρήση μεσαίων πλάνων που κάνει το The Lonedale Operator μια από τις πιο φρέσκιες από άποψη σκηνοθεσίας ταινίες της εποχής Biograph. Το εναλλασσόμενο μοντάζ (montage alterné) με το οποίο κορυφώνεται η ταινία, ήταν στην πραγματικότητα μια τεχνική που προϋπήρχε του Griffith. Ήδη από το 1906 στη Γαλλία, ο Lucien Norguet είχε εισάγει το μοτίβο της εξ αποστάσεως επικοινωνίας (μέσω τηλεφώνου, στο φιλμ του με τίτλο Terrible Angoisse) για να εγκαθιδρύσει τη συγχρονία δύο σκηνών που λαμβάνουν χώρα σε διαφορετικούς χώρους. Ο ευφυής Αμερικανός σκηνοθέτης προχωράει ακόμα παραπέρα, βάζοντας την ηρωίδα (ερμηνευμένη από τη Blanche Sweet με το γνωστό δυναμισμό της) να στέλνει το απεγνωσμένο μήνυμα βοήθειας με σήματα μορς (!), ενόσω οι ληστές βρίσκονται έξω από την πόρτα της.
THE NARROW ROAD (1912)
Κλασική διδακτική ηθογραφία της περιόδου Biograph του Γκρίφιθ, σημείο συνάντησης του κοινωνικού προβληματισμού του σκηνοθέτη (αναφορικά με τη δυσκολία προσαρμογής των αποφυλακισθέντων στη σφιχτή οικονομική πραγματικότητα) με την άμεμπτη χριστιανική ηθική του. Όσο η ταινία είναι κλεισμένη στους τέσσερις τοίχους αποτελεί ένα θεατρικό πισωγύρισμα από άποψη καδραρίσματος, βγαίνοντας όμως στους δρόμους, θα παρακολουθήσουμε μία αγωνιώδη καταδίωξη, υπόδειγμα αφηγηματικής ευφυΐας. Εκπληκτικές νατουραλιστικές ερμηνείες από το πρωταγωνιστικό δίδυμο, Elmer Booth και Mary Pickford.
FRIENDS (1912)
Σχετικά ασήμαντη ερωτική ιστορία με στόχο την εξύμνηση της αντρικής φιλίας και με έπαθλο την ορφανή Ντόρα, ερμηνευμένη από την Mary Pickford. Ο Griffith έχει φτάσει σε τέτοιο βαθμό ελέγχου της χρονικής διάστασης της αφήγησης, ώστε να τολμάει εδώ μερικές απότομες χρονικές ελλείψεις χωρίς τη βοήθεια εφέ ή υπερτίτλων.
THE NEW YORK HAT (1912)
Ανάλαφρη κομεντί ηθών με επίκεντρο το κουτσομπολιό που παραμονεύει σε μικρές κοινωνίες, θέτοντας την υπόληψη των ανθρώπων σε κίνδυνο χάριν επιφανειακών κρίσεων. Φιλμ που εύκολα λησμονιέται ανάμεσα στο υπόλοιπο έργο του Griffith αν και η θεματική επιλογή θα επανέλθει ουκ ολίγες φορές στην κινηματογραφική ιστορία. Αυτή ήταν και η τελευταία εμφάνιση της Mary Pickford σε ταινία του σκηνοθέτη.
AN UNSEEN ENEMY (1912)
Η Lillian Gish (εδώ μαζί με την αδερφή της, Dorothy) αντικαθιστά την αγαπημένη ηθοποιό του αμερικανικού έθνους, Mary Pickford, και ο Griffith διασκεδάζει με μία ακόμα ιστορία σασπένς και διάσωσης της τελευταίας στιγμής. Το κοντινό στην κάνη του πιστολιού που στρέφεται στο θεατή εντυπωσιάζει, όπως και η σταδιακά αυξανόμενη χρήση μεσαίων πλάνων. Ο μύθος θέλει τον έρωτα του σκηνοθέτη για τη νεαρή ηθοποιό του να τον ωθεί να πλησιάζει την κάμερα όλο και πιο κοντά της...
THE MUSKETEERS OF PIG ALLEY (1912)
Το πλέον κλασικό φιλμ της περιόδου Biograph του Griffith μνημονεύεται μέχρι και σήμερα από σκηνοθέτες όπως ο Scorsese, ως η αφετηρία του είδους της γκανγκστερικής ταινίας. Αφηγηματικά μιλώντας, πρόκειται για το πιο πολύπλοκο εγχείρημα του σκηνοθέτη έως τότε, με δύο παράλληλες ιστορίες να διασταυρώνονται: από τη μία η ρομαντική σχέση ενός φτωχού ζευγαριού της Νέας Υόρκης, από την άλλη ο εμφύλιος πόλεμος του υποκόσμου που μαίνεται στα στενά σοκάκια της πόλης. Με γυρίσματα σε φυσικούς χώρους στη West 12th Street και με αληθινούς μικροκακοποιούς σε ρόλους κομπάρσου (πρώιμος κινηματογραφικός ρεαλισμός;), το The Musketeers of Pig Alley αφενός συστήνει τον πρώτο σπουδαίο κακό στην ιστορία του σινεμά, τον αποκρουστικό γαλανομάτη Little Kid, αφετέρου εντυπωσιάζει με το αμφιλεγόμενο ηθικά φινάλε που διασώζει τον εγκληματία κι εκθέτει την αστυνομία.
THE BURGLAR'S DILEMMA (1912)
Σε μια εκσυγχρονισμένη εκδοχή της ιστορίας του Κάιν και του Άβελ, εμπνευσμένη από αληθινά χρονικά της εποχής, ο Griffith δεν προχωράει σε καμία φορμαλιστική καινοτομία, ούτε αποφεύγει την εξόφθαλμη ηθικολογία. Ωστόσο, παραδίδει την πρώτη, αρκετά σκληρή μάλιστα, σκηνή ανάκρισης στο σινεμά και για μία ακόμα φορά ζωγραφίζει ένα συμπαθητικό πορτρέτο του εκπροσώπου του υποκόσμου. Η παρουσία των Lionel Barrymore και Henry B. Walthall εγγυάται ερμηνείες διαχρονικής δυναμικής.
THE SUNBEAM (1912)
Συνεχίζοντας τις ταινίες με τις οποίες ο Griffith καθιερώνει θεματολογίες που κυριαρχούν έναν αιώνα μετά στο σινεμά, το The Sunbeam είναι μια θερμή κομεντί όπου δύο μοναχικοί και (γι'αυτό) κακότροποι ενήλικες ξαναβρίσκουν την ανθρωπιά τους και τη χαρά της συμβίωσης χάρη στις ανεπιτήδευτες παρεμβάσεις ενός μικρού παιδιού. Εν μέρει πισωγύρισμα για τον Griffith η ασφυκτικά θεατρική σκηνογραφία του φιλμ που, θαρρείς, καταργεί τον εκτός κάδρου χώρο. Ωστόσο οι μαύρες πινελιές του φινάλε, διατηρούν μοντέρνα την ανάγνωση μιας ακόμα ταινίας του σκηνοθέτη στη Biograph με βασικό θέμα την ανθρώπινη μοναξιά.
THE PAINTED LADY (1912)
Ένα από τα καλύτερα φιλμ της καριέρας του Griffith είναι ταυτόχρονα κι ένα από τα πρώτα στην ιστορία του σινεμά που σχεδόν απαιτούν μια ψυχαναλυτική ερμηνεία. Ο Αμερικανός είχε ήδη αποδείξει με το πρότερο έργο του στη Biograph την ικανότητά του να εξυψώνει τις ιστορίες του σε επίπεδο τραγωδίας, η αφήγησή του εδώ ωστόσο ξεχειλίζει από λυρισμό. Η ερμηνεία της Blanche Sweet διατηρεί την ισχύ της μέχρι και σήμερα και δε θα ήταν υπερβολή να θεωρηθεί η πρώτη μεγάλη ερμηνευτική στιγμή στα κινηματογραφικά χρονικά.
ONE IS BUSINESS, THE OTHER CRIME (1912)
Άλλο ένα φιλμ με το οποίο ο Griffith υιοθετεί μια ρητορική σοσιαλιστική και χρησιμοποιεί το παράλληλο μοντάζ για να σκιαγραφήσει τις αντιθέσεις ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, τόσο σε επίπεδο καθημερινότητας, όσο και σε επίπεδο της κοινωνικής τους αναπαράστασης. Δεν αγγίζει τα επίπεδα του A Corner in the Wheat, αφενός διότι η ίντριγκα μοιάζει υπανάπτυκτη, αφετέρου διότι ο εκβιασμένος μοραλισμός υπερνικά της τόλμης. Ωστόσο, οι σκηνές του νεαρού άνεργου που μάταια βολοδέρνει αναζητώντας εργασία, μοιάζουν πρόδρομος ενός ρεαλισμού που θα χρειαστεί πάνω από είκοσι ακόμα χρόνια για να καθιερωθεί στην μεγάλη οθόνη (και φαντάζουν ανατριχιαστικά επίκαιρες στις μέρες μας), ενώ η χρήση του ντεκόρ για τη δημιουργία ατμόσφαιρας είναι τουλάχιστον εντυπωσιακή για την εποχή.
THE LESSER EVIL (1912)
Μία ακόμα παραλλαγή του θέματος της διάσωσης της τελευταίας στιγμής, με εντυπωσιακή χρήση του παράλληλου μοντάζ και θεαματικές σκηνές δράσης που εντάσσουν το φιλμ στο είδος της ναυτικής περιπέτειας, όπως και το σαφώς πιο φιλόδοξο Enoch Arden.
THE MASSACRE (1912)
Μία από τις σημαντικότερες ταινίες της πρώτης περιόδου του Griffith καθότι θα οριστικοποιήσει κάποιες σημαντικές αλλαγές-προόδους στην αισθητική του σκηνοθέτη. Πρόκειται για τη δεύτερη ταινία του που εκτείνεται σε δύο μπομπίνες (δηλαδή που η διάρκειά της ξεπερνάει τα 30 λεπτά), ένα χρόνο μετά το Enoch Arden. Αλλά σε αντίθεση με εκεί, στο The Massacre ο Griffith αποκτάει την αφηγηματική λογική μιας μεγάλου μήκους ταινίας με πλάνα που διαρκούν περισσότερο και με ιδιαίτερη φροντίδα στην παρουσίαση κάποιων καταστάσεων χαρακτηρολογικών. Πρόκειται για το πιο εντυπωσιακό γουέστερν στην μικρή έως τότε ιστορία του σινεμά με εκπληκτική λεπτομέρεια στη σύνθεση των κάδρων, ειδικά στις σκηνές μάχης, χάρη σε μια σειρά από τεχνικές καινοτομίες όπως το βάθος του πεδίου, τα συστηματικά πλέον ρακόρ στον άξονα, τα κοντινά πλάνα, την αξιοποίηση του εκτός κάδρου χώρου (που θαρρείς πως ήταν ταμπού έως τότε για τον Griffith), αλλά κι εντυπωσιακές αφηγηματικές ελλείψεις. Τέλος, από άποψη θέματος, εντυπωσιακή είναι η διαλεκτική αντιμετώπιση των βιαιοτήτων ανάμεσα σε καουμπόηδες και ινδιάνους.
THE SANDS OF DEE (1912)
Το φιλμ μοιράζεται το ίδιο σκηνικό με τα Enoch Arden και The Unchanging Sea, χωρίς όμως τη φιλοδοξία του πρώτου ή την ποιητική φύση του δεύτερου. Αποτελεί περισσότερο μια βουκολική ιστορία, ευθύγραμμη, χωρίς ιδιαίτερη φορμαλιστική έμπνευση. Υπάρχουν βέβαια κάποια σουρεαλιστικά στοιχεία, όπως ο ζωγράφος στην παραλία, κι ένα φινάλε που προσπαθεί να αγίξει διαστάσεις τραγωδίας, με μερική μόνο επιτυχία. Το φιλμ μας συστήνει την Mae Marsh και τον Robert Harron, ηθοποιούς που θα γίνουν σταθεροί συνεργάτες του σκηνοθέτη στα επόμενα χρόνια.
THE WANDERER (1913)
Αν ο τίτλος του συγκεκριμένου φιλμ προοικονομεί το μοτίβο του road trip στο οποίο το αμερικανικό σινεμά θα εξασκηθεί κατ'επανάληψη τον υπόλοιπο αιώνα, το θέμα του αποτελεί μία ακόμα ομολογία των εμμονών του Griffith. Η απώλεια της οικογενειακής εστίας είναι το μεγαλύτερο πλήγμα για τον γκριφιθικό ήρωα (εδώ ερμηνευμένος από τον Henry B. Walthall) που τον καταδικάζει στη μοναξιά και την κοινωνική απομόνωση. Μικρούς ρόλους διατηρούν ο Lionel Barrymore και η Mae Marsh.
DEATH'S MARATHON (1913)
Στην τελευταία του χρονιά στη Biograph, ο Griffith φαντάζει εμφανώς έτοιμος να πραγματοποιήσει το βήμα προς τις μεγάλου μήκους ταινίες. Τα τελευταία shorts του διατρέχονται από μια λογική μεγαλύτερης αφηγηματικής έκτασης, στέκονται σε λεπτομέρειες κι επιμένουν στη ψυχολογία των ηρώων. Χαρακτηριστική είναι η υιοθέτηση εντυπωσιακών χρονικών ελλείψεων, χωρίς την υιοθέτηση τρικ (όπως υπέρτιτλου, fondu enchaîné, κτλ.). Το Death's Marathon έχει μια κορύφωση υπερφορτωμένη, με το παράλληλο μοντάζ να δικαιολογείται από δύο πασίγνωστα εδώ και χρόνια σχήματα: τη διάσωση της τελευταίας στιγμής και την εκ τηλεφώνου σύνδεση δύο διαφορετικών αφηγηματικών τόπων. Αλλά η κατάληξη θα είναι πρωτότυπη κι αρκούντως "μαύρη" για την εποχή: ο θάνατος θα κερδίσει την κούρσα του χρόνου.
THE BATTLE AT ELDERBUSH GULCH (1913)
Σε ένα από τα διασημότερα φιλμ της Biograph, η εισβολή των ινδιάνων στο χωριό εξελίσσεται σε μια μακροσκελή σκηνή υψηλού θεάματος, έντονης αγωνίας και πολυάριθμων ευκαιριών από πλευράς Griffith για εξερεύνηση τεχνικών του σασπένς. Η Lillian Gish δίνει την πρώτη της σπουδαία ερμηνεία στο πλευρό του μεγάλου αμερικανού σκηνοθέτη, ο οποίος εδώ αρχίζει να χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο τα μεσαία προς κοντινά πλάνα. Ειδικά στο φινάλε, το ρακόρ στον άξονα μας φέρνει σε ένα πιο κοντινό καδράρισμα του λυτρωτικού happy end, τεχνική που σύντομα θα καθιερωθεί στο βωβό κινηματογράφο σε παγκόσμιο επίπεδο. Άλλη σημαντική καινοτομία είναι η δραματική αξιοποίηση του εκτός κάδρου χώρου (ειδικά στη σκηνή που ένα πιστόλι έρχεται από τα πάνω κι απειλεί το κεφάλι της ανυποψίαστης Gish) που μέχρι πρότινος θεωρούταν ταμπού από τον Griffith.
THE MOTHERING HEART (1913)
Ένα από τα καλύτερα (κατά πολλούς ΤΟ καλύτερο) φιλμ του Griffith στην Biograph, απηχεί περισσότερο από ποτέ μια αίσθηση αυτοβιογραφική για το σκηνοθέτη. Το θέμα της οικογένειας (όπως κι αυτό της μοναξιάς) υπήρξε διαρκώς επαναλαμβανόμενο στις ταινίες του, ωστόσο εδώ ο πικρός χωρισμός του ζευγαριού εξαιτίας της απιστίας του άντρα, φέρει μεγάλες ομοιότητες με την ιστορία του ίδιου του Griffith και της τότε συζύγου του, Linda Arvidson. Στο τέλος αυτής της πρώιμης περιόδου στην καριέρα του Αμερικανού δημιουργού, η μικρού μήκους ταινία έχει φτάσει στα όρια της εκφραστικότητάς της, ενώ το The Mothering Heart επωφελείται της συγκλονιστικής ερμηνείας της Lillian Gish, σχεδόν ισάξιας με εκείνη της Blanche Sweet στο The Painted Lady.
πηγή http://www.filmgaze.blogspot.gr/
Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Griffith στη Biograph δανείζεται έντονα δραματουργικά στοιχεία από το Rescued by the Rover, το πρωτοποριακό αριστούργημα που ο Βρετανός Cecil Milton Hepworth είχε σκηνοθετήσει το 1905, εισάγοντας τις πρώτες υπόνοιες της τεχνικής του παράλληλου μοντάζ και προχωρώντας ένα επίπεδο παραπέρα το οπτικό θέ(α)μα της καταδίωξης. Ωστόσο, στα χέρια του πρώτου μεγάλου Αμερικανού φιλμουργού, τα ίδια ακριβώς στοιχεία εξυψώνονται σε επίπεδο τραγωδίας. Δε ξεπερνάει ασφαλώς τους περιορισμούς του πρώιμου κινηματογράφου, όπως ο εγκλωβισμός σε γενικά πλάνα και μετωπικά καδραρίσματα, καθότι το ενδιαφέρον του Griffith εδώ δεν εντοπίζεται στην αναζήτηση των εγγενών δυνατοτήτων της νεόκοπης τέχνης ως οπτικού μέσου. Αντίθετα, στρέφεται προς μια δομή λογοτεχνική και μέσω αυτής, εν τέλει, καινοτομεί: το παράλληλο μοντάζ δημιουργεί ένα θεατή πανταχού παρών και παντογνώστη, στοιχείο απαραίτητο για τη γέννηση του σασπένς. Το αναγκαίο happy end προσθέτει στο τελικό αποτέλεσμα, καθότι δίνεται μέσα από ένα σαφές σχήμα κύκλου σε επίπεδο κινησιολογίας και ντεκόρ.
THOSE AWFUL HATS (1909)
Μέσα από μια ταινία-παραγγελία της Biograph προκειμένου να ευαισθητοποιηθούν οι ...σικ σινεφίλ κυρίες των αρχών του εικοστού αιώνα που με τα καπέλα τους εμπόδιζαν τους θεατές στις πίσω σειρές, ο Griffith εισάγει προβληματισμούς στιλιστικούς που μέχρι και σήμερα φαντάζουν μοντέρνοι. Το κάδρο μέσα στο κάδρο, η ταινία μέσα στην ταινία, η διαδικασία της θέασης ενός κινηματογραφικού έργου, θίγονται με χιουμοριστικό μεν, εντυπωσιακό δε τρόπο μισό αιώνα πριν τον Hitchcock. Και η εισαγωγή του από μηχανής (κυριολεκτικά) θεού, στέκει ως μία ακόμα απόδειξη των θεατρικών και λογοτεχνικών επιρροών του σκηνοθέτη που ανάγονται σε παρελθόν μακρινό.
THE SEALED ROOM (1909)
Εμπνευσμένος από ένα διήγημα του Έντγκαρ Άλαν Πόε, ο Griffith δε θα επιχειρήσει ένα πρώιμο κινηματογραφικό θρίλερ (κάτι που άλλωστε δε θα αργήσει να γίνει) αλλά θα αρπάξει την ευκαιρία για μια καταβύθιση στα σκοτεινά εδάφη του γραν γκινιόλ και του μαύρου ρομαντισμού. Μπολιάζοντας το τελικό σενάριό του με άμεσα δάνεια από τον Μπαλζάκ, το Σφραγισμένο Δωμάτιο προοικονομεί την οπερατική διάσταση του ύστερου έργου του Αμερικανού σκηνοθέτη. Δυστυχώς, οι θεατρικοί περιορισμοί της σκηνοθεσίας, που σιγά-σιγά ανακαλύπτει τα πρώτα χωρικά μυστικά για μία αφήγηση διαφανή και συνεχή (όπως, για παράδειγμα, η αρμονία διευθύνσεως ανάμεσα στην έξοδο ενός χαρακτήρα από το κάδρο και την είσοδό του σε αυτό στο αμέσως επόμενο πλάνο) είναι σαφώς πιο έντονοι εδώ, σε μια ιστορία που εξελίσσεται αποκλειστικά εντός των τεσσάρων τοίχων. Αξίζει να αναφερθεί ένα inside joke της φιλμογραφίας του Griffith: ο βασιλιάς της ιστορίας μας θα αποφασίσει να 'χτίσει' την είσοδο του δωματίου που κρύβονται οι παράνομοι εραστές, καταδικάζοντάς τους σε ισόβιο εγκλεισμό. Την ίδια ιδέα, ελαφρώς παραλλαγμένη, θα συναντήσουμε στο The Avenging Conscience (1914), άλλη μια ταινία του σκηνοθέτη βασισμένη στο έργο του Πόε. Στην πρώτη περίπτωση, ο αγαπημένος ηθοποιός του Griffith, Henry B. Walthall, είναι το θύμα, ενώ στην μεταγενέστερη ταινία κρατά πλέον το ρόλο του θύτη.
A CORNER IN WHEAT (1909)
Εν έτη 1909, ο Γκρίφιθ παραδίδει το πρώτο
αριστούργημα της καριέρας του. Το A Corner in Wheat εντυπωσιάζει τόσο σε φορμαλιστικό επίπεδο, όσο και σε επιλογή θέματος. Αφενός, η κινηματογραφική αφήγηση εδώ γίνεται πληθωρική, μοιράζεται σε περισσότερους χώρους και χαρακτήρες και υπόκειται σε συνδέσεις χρονικές (παράλληλο κι εναλλασσόμενο μοντάζ) αλλά και συμβολικές. Αυτές οι τεχνικές καινοτομίες τάσσονται στην υπηρεσία ενός θέματος πολιτικού που έναν αιώνα μετά ξαφνιάζει για το επίκαιρο και την οξύτητα της γραφής του. Οι εξωφρενικές αντιθέσεις ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς και η κερδοσκοπία των αδίστακτων καπιταλιστών δίνονται με μια σκηνοθεσία ξεκάθαρα στρατευμένη και με αφορμή την ανυπόφορη αύξηση της τιμής του ψωμιού. Ακολουθώντας το αγαπημένο του κυκλικό σχήμα, ο Γκρίφιθ ανοίγει και κλείνει το φιλμ με ένα λιτό αλλά μεστό κάδρο της καθημερινότητας του εξωθούμενου στην ανέχεια αγροτικού πληθυσμού, κάνοντας άμεση αναφορά στους πίνακες του Ζαν Φρανσουά Μιγέ. Η σύγκρουση πλουσίων και φτωχών δίνεται και σε επίπεδο στιλιστικό, με τους πρώτους να βρίσκονται σε μια διαρκή έξαψη στα όρια της υστερίας τη στιγμή που οι δεύτεροι ερμηνεύονται μέσω μιας κινησιολογίας βασανιστικά αργής. Η δομή είναι εξαιρετικά πολύπλοκη για την εποχή, καθότι δεν υπάρχει ξεκάθαρος ήρωας με τον οποίο ο θεατής καλείται να ταυτιστεί, ωστόσο ο έλεγχος του αφηρημένου υλικού από τον Griffith αγγίζει τέτοια επίπεδα ώστε η ανάγνωση του φιλμικού κειμένου να καθίσταται εξαιρετικά απλή. Δύο ερωτήσεις-απορίες συμπληρώνουν τον μύθο του A Corner in the Wheat: αφενός πώς ο Αμερικανός πρωτοπόρος της έβδομης τέχνης δεν προχώρησε ένα βήμα παραπάνω σε επίπεδο οπτικής αφήγησης (το φιλμ του παραμένει μια διαδοχή από πίνακες με καδράρισμα μετωπικό, ενώ ήδη από το 1903 ο G.A. Smith στην Αγγλία είχε εισάγει το ρακόρ πάνω στον άξονα), αφετέρου πώς ένας πιστωμένα συντηρητικός Αμερικανός έφτιαξε μία ξεκάθαρα αριστερή ταινία; Ο Άιζενσταιν σίγουρα θα ήταν περήφανος και όσοι απορρίπτουν το σινεμά του Griffith από σκοπιά ιδεολογική, καλό θα ήταν να ρίξουν μια ματιά και σε αυτό το διαμάντι, σκηνοθετημένο έξι χρόνια πριν από τη Γέννηση ενός Έθνους.
THE COUNTRY DOCTOR (1909)
Το φιλμ ξεκινά με ένα εντυπωσιακό establishing shot (ένα από τα πρώτα στο αμερικάνικο σινεμά), πλάνο πανοραμικό σχεδόν 180 μοιρών που αρχικά μας παρουσιάζει το χώρο (ένα χωριουδάκι, κάπου στην αμερικανική επαρχία) και στο τέλος συστήνει τους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες, τον γιατρό και την οικογένειά του. Στα επόμενα πλάνα, ο Γκρίφιθ "αφήνει" την κάμερά του να γράφει και παρακολουθούμε την οικογένεια σε μια εκδρομή στην εξοχή, σε πλάνα που αγγίζουν την ποίηση της ιμπρεσιονιστικής ζωγραφικής. Στη συνέχεια, ο ήρωας θα τεθεί μπροστά σε ένα δίλημμα - σήμα κατατεθέν του σινεμά του Griffith: από την μία η οικογένειά του κι από την άλλη το καθήκον, που εδώ αναλύεται σε ένα επίπεδο τόσο επαγγελματικό όσο και ανθρώπινο. Το μαύρο φινάλε που μας επιφυλάσσει, μετατρέπει το The Country Doctor σε μια εμπειρία για γερά στομάχια, δείγμα ενός σκηνοθέτη σε καταπληκτική φόρμα.
THE MENDED LUTE (1909)
Ένα πρωτότυπο γουέστερν, όπου οι καουμπόηδες απουσιάζουν, καθώς επικεντρώνεται στην καθημερινότητα μιας φυλής Ινδιάνων, με φόντο ένα "παράνομο" ζευγάρι που προσπαθεί να κλεφτεί. Η καταδίωξη με κανόε στα νερά της λίμνης είναι ένας μικρός προάγγελος παρόμοιων σεκάνς που ο Griffith θα γυρίσει στα επόμενα χρόνια με σαφώς πιο εντυπωσιακό τρόπο. Πάντως, το The Mended Lute μένει στη μνήμη χάρη στην σοκαριστικά βίαιη για την εποχή σκηνή ενός φόνου, εντός κάδρου και με όπλο ένα μαχαίρι.
EDGAR ALLEN POE (1909)
Οι ιστορικοί συνηθίζουν να αποδίδουν το ορθογραφικό σφάλμα του τίτλου στο όνομα του Πόε, στη βιασύνη της Biograph να κυκλοφορήσει την ταινία την ημέρα του εορτασμού των εκατό χρόνων από τη γέννησή του ποιητή. Το φιλμ αποτελείται από μόλις πέντε πλάνα, με καδράρισμα μετωπικό και σύνθεση εντελώς κεντραρισμένη, μοιάζοντας περισσότερο με κινηματογραφημένη θεατρική παράσταση. Παρακολουθούμε το φτωχό ποιητή που μέσα από τον πόνο βρίσκει την έμπνευση και παρά τον περίγελο που δέχεται από τους εκδότες, συνεχίζει να προσπαθεί να τους πείσει, περισσότερο για λόγους επιβίωσης παρά από ματαιοδοξία. Το εναρκτήριο κάδρο, με τον Πόε να γράφει δίπλα από την ετοιμοθάνατη γυναίκα του (το ρόλο κρατάει η σύζυγος του Griffith, Linda Arvidson) και το κοράκι να στέκει επιβλητικό πάνω από το γραφείο, είναι κλασικό δείγμα της εικονογραφίας του καταραμένου ποιητή. Στον οποίον, ως γνωστόν, ο Griffith έτρεφε ιδιαίτερη αδυναμία και σίγουρα στα μαύρα φινάλε πολλών από τα φιλμ του, θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε τη δική του επιρροή.
THE UNCHANGING SEA (1910)
Το The Unchanging Sea αποτελεί την πρώτη από τις πολλές "θαλάσσιες περιπέτειες" που ο Griffith θα σκηνοθετήσει στη Biograph, εμπνευσμένος στις περισσότερες εξ αυτών από ποιήματα του Charles Kingsley. Μελαγχολική ωδή πάνω στον έρωτα και στη σημασία της μνήμης, το φιλμ ξεχωρίζει για μια από τις πρώτες παρουσίες της Mary Pickford στο έργο τουGriffith και για το αλησμόνητο κάδρο του αποχαιρετισμού στην παραλία - δείγμα πρωτόλειας κινηματογραφικής ποίησης, σαράντα χρόνια πριν το βισκοντικό Terra Trema.
THE USURER (1910)
Η εικόνα απεγνωσμένων ανθρώπων που καταφεύγουν στην αυτοκτονία αφού οι τράπεζες ή οι τοκογλύφοι (δεν υπάρχει καμία διαφορά) τους έχουν κατασχέσει τα υπάρχοντα και τους απειλούν με έξωση, είναι ένα φαινόμενο συχνό στην εποχή μας. Κι όχι μόνο. Αυτή ήταν η πραγματικότητα κι έναν αιώνα πριν, καταγεγραμμένη από την κάμερα του Griffith σε ένα χρονικό σημείο που διένυε μια έντονα πολιτικοποιημένη και προοδευτική περίοδο στο έργο του - έχει περάσει ένας μόνο χρόνος από το A Corner in Wheat. Σε αντίθεση με εκείνο το αριστουργηματικό φιλμ όμως, εδώ δε μένουμε στη συμβολική τιμωρία του εκπροσώπου του κεφαλαίου, αλλά παραδινόμαστε πλήρως στις επιταγές ενός κατεξοχήν happy end. Σε φορμαλιστικό επίπεδο, πέρα από μία πρώιμη έρευνα πάνω στο σαν-κόντρσαν, το The Usurer αποδεικνύεται λιγότερο φιλόδοξο από προηγούμενα κι επόμενα έργα του σκηνοθέτη. Αξίζει να αναφερθεί η συμμετοχή του σπουδαίου Αμερικανού κωμικού, Mack Sennett.
HIS TRUST (1911)
Τέσσερα χρόνια πριν τη Γέννηση ενός Έθνους, ο Griffith δίνει το πρώτο του φιλμ με φόντο τον Εμφύλιο Πόλεμο (και πάντα από την πλευρά του Νότου, όπου κι άνηκε ο ίδιος ο σκηνοθέτης και οι πρόγονοί του). Κι αν σε επίπεδο σεναριακό, το His Trust εξυμνεί την αυτοθυσία του έγχρωμου υπηρέτη μιας αξιοσέβαστης οικογένειας λευκών, η προσπάθεια παραμένει ολότελα βουτηγμένη στην προκατάληψη και το ρατσισμό (με αποκορύφωμα το γελοίο μακιγιάζ των λευκών ηθοποιών που ερμηνεύουν μαύρους χαρακτήρες...). Ωστόσο, η αφήγηση εδώ γίνεται όλο και πιο θεαματική, καθώς παρακολουθούμε σκηνές μάχης με αριθμό κομπάρσων διόλου ευκαταφρόνητο, σπίτια που παραδίνονται στις φλόγες υπό το βλέμμα των γυναικόπαιδων σε κάδρα αλησμόνητα (και συγκρίσιμα μόνο με αυτά του αποχαιρετισμού των ψαράδων στο The Unchanging Sea) κι ένα παράλληλο μοντάζ σαφώς λεπτομερέστερα επεξεργασμένο από οτιδήποτε είχε να προσφέρει το σινεμά στην προ Griffith εποχή.
ENOCH ARDEN (1911)
Στην πιο φιλόδοξη ταινία της έως τότε καριέρα του, ο Griffith εμπνέεται από το ομότιτλο αφηγηματικό ποίημα του Tennyson για να παραδώσει μία παραλλαγή της ομηρικής οδύσσειας. Διόλου τυχαία είναι το πρώτο φιλμ του Αμερικανού που εκτείνεται σε δύο μπομπίνες, προσφέρει εξωτικά ντεκόρ, ενώ εδώ έχουμε και τα πρώτα δειλά ρακόρ στον άξονα (και κατά συνέπεια τα πρώτα μεσαία πλάνα στη φιλμογραφία του) που στα επόμενα χρόνια θα απελευθερώσουν ακόμα περισσότερο τις αφηγηματικές αρετές του μεγάλου αυτού σκηνοθέτη. Το πικρό φινάλε, πρωτότυπο για την εποχή, διατηρεί την ισχύ του μέχρι και σήμερα.
THE MISER'S HEART (1911)
Η πρώτη γνωριμία του Griffith με τον υπόκοσμο θα σημάνει και την πρώτη πραγματικά σπουδαία άσκηση σασπένς στην ιστορία του κινηματογράφου. Μέσα σε δεκαέξι λεπτά, χάρη στην πλέον τολμηρή έως τότε χρήση του παράλληλου μοντάζ, παρακολουθούμε τρεις διαφορετικές ιστορίες που διασταυρώνονται σε μια κλιμάκωση για γερά νεύρα. Η σκηνή με την μικρή Κάθυ να κρέμεται από το παράθυρο ενώ με διάφορα σεναριακά τρικ ο Griffith καθυστερεί την πολυπόθητη λύτρωση (σασπένς άλλωστε σημαίνει ακριβώς αυτό, η εκκρεμότητα της δράσης) σίγουρα μοίρασε ρίγη συγκίνησης στο κοινό του 1911. Αξίζει να σημειωθεί η πρώτη παρουσία κοντινών πλάνων, έστω σε άψυχα αντικείμενα, στο σινεμά του Αμερικανού που, όπως φανερώνει το συνωμοτικό βλέμμα του κακοποιού στην κάμερα (δηλαδή στο θεατή), γνωρίζει καλά να παίζει με τις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε κινηματογραφικού είδους.
THE LAST DROP OF WATER (1911)
Το The Last Drop of Water είναι ένα φιλόδοξο γουέστερν, με ξεκάθαρο μοραλιστικό μήνυμα που μεταδίδεται μέσω ουμανιστικών νύξεων. Αν και οι Ινδιάνοι κάνουν ένα δυναμικό πέρασμα, ο πραγματικός εχθρός εδώ είναι η φύση όπως εκφράζεται από την ατελείωτη έρημο. Χωρίς πολλές καινοτομίες για την εποχή, το φιλμ εντυπωσιάζει ως θέαμα και δίνει μια ξεκάθαρη εικόνα των δυνατοτήτων της νεόκοπης κινηματογραφικής τέχνης προς μια πληθωρική φαντασμαγορία.
THE LONEDALE OPERATOR (1911)
Στα πρώτα λεπτά, το φλερτ του πρωταγωνιστικού ζευγαριού σε εξωτερικούς χώρους, κάπου στην αμερικανική επαρχία, εικονογραφείται με τρόπο εντυπωσιακό, μοναδική ίσως περίπτωση στο πρώιμο έργο του Griffith όπου το θεατρικό, μετωπικό καδράρισμα έχει πλήρως ξεπεραστεί. Ακόμα και στους εσωτερικούς χώρους όπου οι γωνίες λήψεις παραμένουν απογοητευτικά κεντραρισμένες, υπάρχει μια συστηματική χρήση μεσαίων πλάνων που κάνει το The Lonedale Operator μια από τις πιο φρέσκιες από άποψη σκηνοθεσίας ταινίες της εποχής Biograph. Το εναλλασσόμενο μοντάζ (montage alterné) με το οποίο κορυφώνεται η ταινία, ήταν στην πραγματικότητα μια τεχνική που προϋπήρχε του Griffith. Ήδη από το 1906 στη Γαλλία, ο Lucien Norguet είχε εισάγει το μοτίβο της εξ αποστάσεως επικοινωνίας (μέσω τηλεφώνου, στο φιλμ του με τίτλο Terrible Angoisse) για να εγκαθιδρύσει τη συγχρονία δύο σκηνών που λαμβάνουν χώρα σε διαφορετικούς χώρους. Ο ευφυής Αμερικανός σκηνοθέτης προχωράει ακόμα παραπέρα, βάζοντας την ηρωίδα (ερμηνευμένη από τη Blanche Sweet με το γνωστό δυναμισμό της) να στέλνει το απεγνωσμένο μήνυμα βοήθειας με σήματα μορς (!), ενόσω οι ληστές βρίσκονται έξω από την πόρτα της.
THE NARROW ROAD (1912)
Κλασική διδακτική ηθογραφία της περιόδου Biograph του Γκρίφιθ, σημείο συνάντησης του κοινωνικού προβληματισμού του σκηνοθέτη (αναφορικά με τη δυσκολία προσαρμογής των αποφυλακισθέντων στη σφιχτή οικονομική πραγματικότητα) με την άμεμπτη χριστιανική ηθική του. Όσο η ταινία είναι κλεισμένη στους τέσσερις τοίχους αποτελεί ένα θεατρικό πισωγύρισμα από άποψη καδραρίσματος, βγαίνοντας όμως στους δρόμους, θα παρακολουθήσουμε μία αγωνιώδη καταδίωξη, υπόδειγμα αφηγηματικής ευφυΐας. Εκπληκτικές νατουραλιστικές ερμηνείες από το πρωταγωνιστικό δίδυμο, Elmer Booth και Mary Pickford.
FRIENDS (1912)
Σχετικά ασήμαντη ερωτική ιστορία με στόχο την εξύμνηση της αντρικής φιλίας και με έπαθλο την ορφανή Ντόρα, ερμηνευμένη από την Mary Pickford. Ο Griffith έχει φτάσει σε τέτοιο βαθμό ελέγχου της χρονικής διάστασης της αφήγησης, ώστε να τολμάει εδώ μερικές απότομες χρονικές ελλείψεις χωρίς τη βοήθεια εφέ ή υπερτίτλων.
THE NEW YORK HAT (1912)
Ανάλαφρη κομεντί ηθών με επίκεντρο το κουτσομπολιό που παραμονεύει σε μικρές κοινωνίες, θέτοντας την υπόληψη των ανθρώπων σε κίνδυνο χάριν επιφανειακών κρίσεων. Φιλμ που εύκολα λησμονιέται ανάμεσα στο υπόλοιπο έργο του Griffith αν και η θεματική επιλογή θα επανέλθει ουκ ολίγες φορές στην κινηματογραφική ιστορία. Αυτή ήταν και η τελευταία εμφάνιση της Mary Pickford σε ταινία του σκηνοθέτη.
AN UNSEEN ENEMY (1912)
Η Lillian Gish (εδώ μαζί με την αδερφή της, Dorothy) αντικαθιστά την αγαπημένη ηθοποιό του αμερικανικού έθνους, Mary Pickford, και ο Griffith διασκεδάζει με μία ακόμα ιστορία σασπένς και διάσωσης της τελευταίας στιγμής. Το κοντινό στην κάνη του πιστολιού που στρέφεται στο θεατή εντυπωσιάζει, όπως και η σταδιακά αυξανόμενη χρήση μεσαίων πλάνων. Ο μύθος θέλει τον έρωτα του σκηνοθέτη για τη νεαρή ηθοποιό του να τον ωθεί να πλησιάζει την κάμερα όλο και πιο κοντά της...
THE MUSKETEERS OF PIG ALLEY (1912)
Το πλέον κλασικό φιλμ της περιόδου Biograph του Griffith μνημονεύεται μέχρι και σήμερα από σκηνοθέτες όπως ο Scorsese, ως η αφετηρία του είδους της γκανγκστερικής ταινίας. Αφηγηματικά μιλώντας, πρόκειται για το πιο πολύπλοκο εγχείρημα του σκηνοθέτη έως τότε, με δύο παράλληλες ιστορίες να διασταυρώνονται: από τη μία η ρομαντική σχέση ενός φτωχού ζευγαριού της Νέας Υόρκης, από την άλλη ο εμφύλιος πόλεμος του υποκόσμου που μαίνεται στα στενά σοκάκια της πόλης. Με γυρίσματα σε φυσικούς χώρους στη West 12th Street και με αληθινούς μικροκακοποιούς σε ρόλους κομπάρσου (πρώιμος κινηματογραφικός ρεαλισμός;), το The Musketeers of Pig Alley αφενός συστήνει τον πρώτο σπουδαίο κακό στην ιστορία του σινεμά, τον αποκρουστικό γαλανομάτη Little Kid, αφετέρου εντυπωσιάζει με το αμφιλεγόμενο ηθικά φινάλε που διασώζει τον εγκληματία κι εκθέτει την αστυνομία.
THE BURGLAR'S DILEMMA (1912)
Σε μια εκσυγχρονισμένη εκδοχή της ιστορίας του Κάιν και του Άβελ, εμπνευσμένη από αληθινά χρονικά της εποχής, ο Griffith δεν προχωράει σε καμία φορμαλιστική καινοτομία, ούτε αποφεύγει την εξόφθαλμη ηθικολογία. Ωστόσο, παραδίδει την πρώτη, αρκετά σκληρή μάλιστα, σκηνή ανάκρισης στο σινεμά και για μία ακόμα φορά ζωγραφίζει ένα συμπαθητικό πορτρέτο του εκπροσώπου του υποκόσμου. Η παρουσία των Lionel Barrymore και Henry B. Walthall εγγυάται ερμηνείες διαχρονικής δυναμικής.
THE SUNBEAM (1912)
Συνεχίζοντας τις ταινίες με τις οποίες ο Griffith καθιερώνει θεματολογίες που κυριαρχούν έναν αιώνα μετά στο σινεμά, το The Sunbeam είναι μια θερμή κομεντί όπου δύο μοναχικοί και (γι'αυτό) κακότροποι ενήλικες ξαναβρίσκουν την ανθρωπιά τους και τη χαρά της συμβίωσης χάρη στις ανεπιτήδευτες παρεμβάσεις ενός μικρού παιδιού. Εν μέρει πισωγύρισμα για τον Griffith η ασφυκτικά θεατρική σκηνογραφία του φιλμ που, θαρρείς, καταργεί τον εκτός κάδρου χώρο. Ωστόσο οι μαύρες πινελιές του φινάλε, διατηρούν μοντέρνα την ανάγνωση μιας ακόμα ταινίας του σκηνοθέτη στη Biograph με βασικό θέμα την ανθρώπινη μοναξιά.
THE PAINTED LADY (1912)
Ένα από τα καλύτερα φιλμ της καριέρας του Griffith είναι ταυτόχρονα κι ένα από τα πρώτα στην ιστορία του σινεμά που σχεδόν απαιτούν μια ψυχαναλυτική ερμηνεία. Ο Αμερικανός είχε ήδη αποδείξει με το πρότερο έργο του στη Biograph την ικανότητά του να εξυψώνει τις ιστορίες του σε επίπεδο τραγωδίας, η αφήγησή του εδώ ωστόσο ξεχειλίζει από λυρισμό. Η ερμηνεία της Blanche Sweet διατηρεί την ισχύ της μέχρι και σήμερα και δε θα ήταν υπερβολή να θεωρηθεί η πρώτη μεγάλη ερμηνευτική στιγμή στα κινηματογραφικά χρονικά.
ONE IS BUSINESS, THE OTHER CRIME (1912)
Άλλο ένα φιλμ με το οποίο ο Griffith υιοθετεί μια ρητορική σοσιαλιστική και χρησιμοποιεί το παράλληλο μοντάζ για να σκιαγραφήσει τις αντιθέσεις ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς, τόσο σε επίπεδο καθημερινότητας, όσο και σε επίπεδο της κοινωνικής τους αναπαράστασης. Δεν αγγίζει τα επίπεδα του A Corner in the Wheat, αφενός διότι η ίντριγκα μοιάζει υπανάπτυκτη, αφετέρου διότι ο εκβιασμένος μοραλισμός υπερνικά της τόλμης. Ωστόσο, οι σκηνές του νεαρού άνεργου που μάταια βολοδέρνει αναζητώντας εργασία, μοιάζουν πρόδρομος ενός ρεαλισμού που θα χρειαστεί πάνω από είκοσι ακόμα χρόνια για να καθιερωθεί στην μεγάλη οθόνη (και φαντάζουν ανατριχιαστικά επίκαιρες στις μέρες μας), ενώ η χρήση του ντεκόρ για τη δημιουργία ατμόσφαιρας είναι τουλάχιστον εντυπωσιακή για την εποχή.
THE LESSER EVIL (1912)
Μία ακόμα παραλλαγή του θέματος της διάσωσης της τελευταίας στιγμής, με εντυπωσιακή χρήση του παράλληλου μοντάζ και θεαματικές σκηνές δράσης που εντάσσουν το φιλμ στο είδος της ναυτικής περιπέτειας, όπως και το σαφώς πιο φιλόδοξο Enoch Arden.
THE MASSACRE (1912)
Μία από τις σημαντικότερες ταινίες της πρώτης περιόδου του Griffith καθότι θα οριστικοποιήσει κάποιες σημαντικές αλλαγές-προόδους στην αισθητική του σκηνοθέτη. Πρόκειται για τη δεύτερη ταινία του που εκτείνεται σε δύο μπομπίνες (δηλαδή που η διάρκειά της ξεπερνάει τα 30 λεπτά), ένα χρόνο μετά το Enoch Arden. Αλλά σε αντίθεση με εκεί, στο The Massacre ο Griffith αποκτάει την αφηγηματική λογική μιας μεγάλου μήκους ταινίας με πλάνα που διαρκούν περισσότερο και με ιδιαίτερη φροντίδα στην παρουσίαση κάποιων καταστάσεων χαρακτηρολογικών. Πρόκειται για το πιο εντυπωσιακό γουέστερν στην μικρή έως τότε ιστορία του σινεμά με εκπληκτική λεπτομέρεια στη σύνθεση των κάδρων, ειδικά στις σκηνές μάχης, χάρη σε μια σειρά από τεχνικές καινοτομίες όπως το βάθος του πεδίου, τα συστηματικά πλέον ρακόρ στον άξονα, τα κοντινά πλάνα, την αξιοποίηση του εκτός κάδρου χώρου (που θαρρείς πως ήταν ταμπού έως τότε για τον Griffith), αλλά κι εντυπωσιακές αφηγηματικές ελλείψεις. Τέλος, από άποψη θέματος, εντυπωσιακή είναι η διαλεκτική αντιμετώπιση των βιαιοτήτων ανάμεσα σε καουμπόηδες και ινδιάνους.
THE SANDS OF DEE (1912)
Το φιλμ μοιράζεται το ίδιο σκηνικό με τα Enoch Arden και The Unchanging Sea, χωρίς όμως τη φιλοδοξία του πρώτου ή την ποιητική φύση του δεύτερου. Αποτελεί περισσότερο μια βουκολική ιστορία, ευθύγραμμη, χωρίς ιδιαίτερη φορμαλιστική έμπνευση. Υπάρχουν βέβαια κάποια σουρεαλιστικά στοιχεία, όπως ο ζωγράφος στην παραλία, κι ένα φινάλε που προσπαθεί να αγίξει διαστάσεις τραγωδίας, με μερική μόνο επιτυχία. Το φιλμ μας συστήνει την Mae Marsh και τον Robert Harron, ηθοποιούς που θα γίνουν σταθεροί συνεργάτες του σκηνοθέτη στα επόμενα χρόνια.
THE WANDERER (1913)
Αν ο τίτλος του συγκεκριμένου φιλμ προοικονομεί το μοτίβο του road trip στο οποίο το αμερικανικό σινεμά θα εξασκηθεί κατ'επανάληψη τον υπόλοιπο αιώνα, το θέμα του αποτελεί μία ακόμα ομολογία των εμμονών του Griffith. Η απώλεια της οικογενειακής εστίας είναι το μεγαλύτερο πλήγμα για τον γκριφιθικό ήρωα (εδώ ερμηνευμένος από τον Henry B. Walthall) που τον καταδικάζει στη μοναξιά και την κοινωνική απομόνωση. Μικρούς ρόλους διατηρούν ο Lionel Barrymore και η Mae Marsh.
DEATH'S MARATHON (1913)
Στην τελευταία του χρονιά στη Biograph, ο Griffith φαντάζει εμφανώς έτοιμος να πραγματοποιήσει το βήμα προς τις μεγάλου μήκους ταινίες. Τα τελευταία shorts του διατρέχονται από μια λογική μεγαλύτερης αφηγηματικής έκτασης, στέκονται σε λεπτομέρειες κι επιμένουν στη ψυχολογία των ηρώων. Χαρακτηριστική είναι η υιοθέτηση εντυπωσιακών χρονικών ελλείψεων, χωρίς την υιοθέτηση τρικ (όπως υπέρτιτλου, fondu enchaîné, κτλ.). Το Death's Marathon έχει μια κορύφωση υπερφορτωμένη, με το παράλληλο μοντάζ να δικαιολογείται από δύο πασίγνωστα εδώ και χρόνια σχήματα: τη διάσωση της τελευταίας στιγμής και την εκ τηλεφώνου σύνδεση δύο διαφορετικών αφηγηματικών τόπων. Αλλά η κατάληξη θα είναι πρωτότυπη κι αρκούντως "μαύρη" για την εποχή: ο θάνατος θα κερδίσει την κούρσα του χρόνου.
THE BATTLE AT ELDERBUSH GULCH (1913)
Σε ένα από τα διασημότερα φιλμ της Biograph, η εισβολή των ινδιάνων στο χωριό εξελίσσεται σε μια μακροσκελή σκηνή υψηλού θεάματος, έντονης αγωνίας και πολυάριθμων ευκαιριών από πλευράς Griffith για εξερεύνηση τεχνικών του σασπένς. Η Lillian Gish δίνει την πρώτη της σπουδαία ερμηνεία στο πλευρό του μεγάλου αμερικανού σκηνοθέτη, ο οποίος εδώ αρχίζει να χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο τα μεσαία προς κοντινά πλάνα. Ειδικά στο φινάλε, το ρακόρ στον άξονα μας φέρνει σε ένα πιο κοντινό καδράρισμα του λυτρωτικού happy end, τεχνική που σύντομα θα καθιερωθεί στο βωβό κινηματογράφο σε παγκόσμιο επίπεδο. Άλλη σημαντική καινοτομία είναι η δραματική αξιοποίηση του εκτός κάδρου χώρου (ειδικά στη σκηνή που ένα πιστόλι έρχεται από τα πάνω κι απειλεί το κεφάλι της ανυποψίαστης Gish) που μέχρι πρότινος θεωρούταν ταμπού από τον Griffith.
THE MOTHERING HEART (1913)
Ένα από τα καλύτερα (κατά πολλούς ΤΟ καλύτερο) φιλμ του Griffith στην Biograph, απηχεί περισσότερο από ποτέ μια αίσθηση αυτοβιογραφική για το σκηνοθέτη. Το θέμα της οικογένειας (όπως κι αυτό της μοναξιάς) υπήρξε διαρκώς επαναλαμβανόμενο στις ταινίες του, ωστόσο εδώ ο πικρός χωρισμός του ζευγαριού εξαιτίας της απιστίας του άντρα, φέρει μεγάλες ομοιότητες με την ιστορία του ίδιου του Griffith και της τότε συζύγου του, Linda Arvidson. Στο τέλος αυτής της πρώιμης περιόδου στην καριέρα του Αμερικανού δημιουργού, η μικρού μήκους ταινία έχει φτάσει στα όρια της εκφραστικότητάς της, ενώ το The Mothering Heart επωφελείται της συγκλονιστικής ερμηνείας της Lillian Gish, σχεδόν ισάξιας με εκείνη της Blanche Sweet στο The Painted Lady.
πηγή http://www.filmgaze.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου